Πέμπτη 31 Αυγούστου 2017

ΜΙΚΡΟΜΕΣΑΙΟΙ ΑΓΡΟΤΟΚΤΗΝΟΤΡΟΦΟΙ: Αντιμέτωποι με μεγάλα προβλήματα για μια ακόμα χρονιά

Αιτία η καπιταλιστική οργάνωση της αγροτικής παραγωγής, η πολιτική κυβέρνησης - ΕΕ προς όφελος των μονοπωλίων και των μεγαλοαγροτών
Προς το τέλος της πάει η φετινή καλλιεργητική περίοδος και οι μικρομεσαίοι αγροτοκτηνοτρόφοι βλέπουν ότι για μια ακόμα χρονιά οι κόποι τους πάνε χαμένοι.
Παρά τη σκληρή δουλειά, μέσα σε αντίξοες καιρικές και άλλες συνθήκες, διαπιστώνουν κάνοντας τον τελικό λογαριασμό ότι το έτσι κι αλλιώς ισχνό εισόδημά τους υπόκειται σε νέα δραστική και δραματική μείωση...
Τα μεγάλα προβλήματα που αντιμετώπισαν σ' αυτήν την καλλιεργητική περίοδο μπορούν να συνοψιστούν στα εξής:
1. Μεγάλες καταστροφές στην παραγωγή
Από το περσινό φθινόπωρο και μέχρι τώρα, πολλές και διάφορες μορφές κακοκαιρίας (έντονες και παρατεταμένες βροχοπτώσεις, πλημμύρες, χαλαζοπτώσεις, ανεμοθύελλες, παγετοί, ανομβρία, ξηρασία, καύσωνας κ.ά.), μαζί με φυτικές και ζωικές αρρώστιες (δάκος στις ελιές, μικροκαρπία στα δένδρα, πράσινο σκουλήκι στο βαμβάκι, καταρροϊκός πυρετός στα ζώα κ.ά.) έχουν προκαλέσει τεράστιες ζημιές στην αγροτοκτηνοτροφική παραγωγή, που σε αρκετές περιπτώσεις ήταν σχεδόν ολικές, αφήνοντας τους παραγωγούς χωρίς εισόδημα. Για παράδειγμα, υπάρχουν περιπτώσεις που δεν θερίστηκε μέρος της σιτοπαραγωγής στη Θεσσαλία, αφού, λόγω των αντίξοων καιρικών συνθηκών, η παραγωγή ήταν και μικρή και υποβαθμισμένη ποιοτικά, που δεν θα κάλυπτε ούτε τα έξοδα της συλλογής της. Πολύ μεγάλες ήταν, επίσης, οι ζημιές από τους παγετούς στα εσπεριδοειδή, στα μήλα, στα αχλάδια, στα ροδάκινα, στα κεράσια και άλλα φρούτα, ενώ λόγω του ψύχους είχαμε μεγάλη μείωση της παραγωγής στο γάλα, καθώς και απώλειες νεογέννητων ζώων.
Ο ΕΛΓΑ συνέχισε την τακτική να μην αποζημιώνει κανονικά τους πληγέντες παραγωγούς, ή να τους δίνει μερικά ψίχουλα μετά από πολύ μεγάλη καθυστέρηση, παρότι οι αγροτοκτηνοτρόφοι πληρώνουν πάρα πολλά για την ασφάλιση του φυτικού και ζωικού κεφαλαίου τους.
Συγκεκριμένα, μέχρι το 2011 πλήρωναν το 3% των τιμολογίων τους ως ασφάλιστρα, ένα ποσό που έφτανε περίπου 70 - 75 εκατ. ευρώ το χρόνο. Ο δε κρατικός προϋπολογισμός κάλυπτε τα υπόλοιπα, που κατ' έτος έφταναν περίπου τα 450 εκατ. ευρώ, χωρίς να καλύπτονται και τότε όλες οι αιτίες και το 100% των ζημιών. Με πρόσχημα τα ελλείμματα του οργανισμού, το 2011 άλλαξε προς το χειρότερο από την τότε κυβέρνηση ΠΑΣΟΚ ο κανονισμός του ΕΛΓΑ. Μειώθηκαν δραματικά οι αποζημιώσεις, ενώ υπερδιπλασιάστηκαν τα ασφάλιστρα. Είναι χαρακτηριστικό ότι για κάποιες δενδροκαλλιέργειες τα ασφάλιστρα φτάνουν μέχρι και 120 ευρώ το στρέμμα.
Συνολικά οι εισφορές φτάνουν τα 170 - 175 εκατομμύρια το χρόνο, καλύπτοντας τις αποζημιώσεις και τα λειτουργικά έξοδα του ΕΛΓΑ. Μάλιστα, με τον νέο κανονισμό οι αγροτοκτηνοτρόφοι ζουν τον παραλογισμό να πληρώνουν ασφαλιστικές εισφορές με βάση τις δηλώσεις ΟΣΔΕ και τα στρέμματα καλλιέργειας, χωρίς να ξέρουν αν θα έχουν παραγωγή, αν θα την πουλήσουν και σε ποια τιμή, αν θα πληρωθούν από εμπόρους και βιομηχανίες. Ετσι, σε πολλές περιπτώσεις δεν υπάρχει παραγωγή λόγω καιρικών φαινομένων και ο ΕΛΓΑ δεν αποζημιώνει αυτή την απώλεια. Ετσι μένει ο αγροτοκτηνοτρόφος χωρίς εισόδημα και αποζημίωση...
Το αγωνιστικό αγροτικό κίνημα, όπως εκφράζεται από τους Αγροτικούς Συλλόγους, τις Ομοσπονδίες και την Πανελλαδική Επιτροπή των Μπλόκων, έχει επισημάνει ότι αποκτά προτεραιότητα η πάλη για εξασφάλιση από το κράτος της συνολικής προστασίας και 100% αποζημίωσης της παραγωγής, του φυτικού και ζωικού κεφαλαίου και των υποδομών των μικρομεσαίων αγροτοκτηνοτρόφων, υπογραμμίζοντας ότι η αντιμετώπιση των φυσικών καταστροφών, των ασθενειών κ.λπ., δεν μπορεί να αποτελεί ατομική ευθύνη κάθε αγροτοπαραγωγού ούτε πηγή κερδών για τις ιδιωτικές ασφάλειες.
2. Χαμηλές τιμές και απλήρωτοι παραγωγοί
Ως γνωστόν, οι τιμές με τις οποίες πωλούνται από τους παραγωγούς τα αγροτοκτηνοτροφικά προϊόντα διαμορφώνονται «ελεύθερα» στην καπιταλιστική αγορά. Αυτή η διαμόρφωση γίνεται πάντα προς όφελος των εμποροβιομηχάνων και σε βάρος των μικρομεσαίων παραγωγών, αλλά και των καταναλωτών. Οι εμποροβιομήχανοι, οι μονοπωλιακοί όμιλοι και οι πολυεθνικές ελέγχουν τις υποδομές εμπορίας, μεταποίησης και διάθεσης των αγροτοκτηνοτροφικών προϊόντων, κυριαρχούν στην αγορά. Στο ίδιο πλαίσιο λειτουργούν και οι συνεταιρισμοί. Γι' αυτό εκβιάζουν τους αγρότες να πωλούν τα προϊόντα τους σε πολύ χαμηλές τιμές, πολλές φορές κάτω από το κόστος παραγωγής και μάλιστα με έναντι, «ανοιχτές τιμές». Πολύ συχνό είναι το φαινόμενο της απληρωσιάς, όπως π.χ. στην «Καπνική Μιχαηλίδης». Ετσι οι παραγωγοί αντί για καθαρό εισόδημα έχουν ζημιά, ενώ οι όμιλοι τα πουλούν πανάκριβα στους καταναλωτές, εργαζόμενους και άλλα λαϊκά στρώματα, εξασφαλίζοντας τεράστια κέρδη.
Ενδεικτικά ν' αναφέρουμε μερικά παραδείγματα που δείχνουν την κατρακύλα που έχουν υποστεί οι τιμές παραγωγού για το σύνολο, σχεδόν, των αγροτοκτηνοτροφικών προϊόντων: Τα ροδάκινα πουλιούνται από τους παραγωγούς στα 15 - 20 λεπτά το κιλό και η τιμή τους στα μανάβικα και τα σούπερ μάρκετ φτάνει τα 1,50 - 2 ευρώ το κιλό. Η πτώση στα νεκταρίνια σε σχέση με πέρσι αγγίζει το 35%. Το σκληρό σιτάρι πουλήθηκε γύρω στα 18 λεπτά το κιλό και το μαλακό ακόμα φθηνότερα, ενώ ένα κιλό ψωμί κοστίζει γύρω στα 2 ευρώ. Στο πρόβειο γάλα η μείωση φτάνει, κατά μέσο όρο, τα 7 λεπτά το κιλό, ενώ το αγελαδινό πουλιέται από τους παραγωγούς γύρω στα 38 λεπτά το λίτρο και φτάνει στην κατανάλωση στα 1 έως 1,40 ευρώ.
Μεγάλες διαστάσεις παίρνει φέτος το πρόβλημα των «ανοιχτών τιμών», η τακτική δηλαδή της ανακοίνωσης από εμποροβιομήχανους και συνεταιρισμούς μιας «ενδεικτικής τιμής» τώρα που είναι πολύ χαμηλή και εντελώς ασύμφορη για τους παραγωγούς, η οποία, μερικές φορές, δίνεται ως «προκαταβολή», χωρίς να υπάρχει, όμως, καμιά εξασφάλιση για τον αγρότη ότι δεν θα είναι αυτή και η τελική τιμή πώλησης. Αυτή η τακτική επεκτείνεται, πλέον, στη διάθεση όλων, σχεδόν, των αγροτοκτηνοτροφικών προϊόντων, διαμορφώνοντας, μ' αυτό τον τρόπο, ένα κλίμα και μια κατάσταση «μαζικής απληρωσιάς» των αγροτών, οι οποίοι μετατρέπονται σε «ομήρους» των όποιων «καλών διαθέσεων» των εμποροβιομηχάνων. Οι παραγωγοί αναγκάζονται να υποκύψουν στον εκβιασμό, καθώς, στη συντριπτική τους πλειοψηφία, δεν διαθέτουν αποθηκευτικούς χώρους όπου θα μπορούσαν να διατηρήσουν τη σοδειά τους για να την πουλήσουν αργότερα, ενώ πολλά από τα προϊόντα που παράγουν - όπως π.χ. κηπευτικά - χρειάζεται να παραδοθούν αμέσως μετά τη συγκομιδή τους, γιατί χαλάνε και δεν μπορούν να πουληθούν μετά. Αναγκάζονται να παραδώσουν τη σοδειά τους χωρίς να γνωρίζουν την τιμή πώλησης και δίχως να ξέρουν πότε και πόσο θα πληρωθούν.
Καμιά εξασφάλιση για τους μικρομεσαίους αγροτοκτηνοτρόφους στη διάθεση της παραγωγής και της τιμής δεν υπάρχει από την επέκταση της πολυδιαφημιζόμενης από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ και το τραπεζικό κεφάλαιο «συμβολαιακής γεωργίας». Αλλωστε, το ίδιο το τραπεζικό κεφάλαιο με τις ευλογίες της κυβέρνησης ετοιμάζεται, προειδοποιεί και εκβιάζει για κατασχέσεις έναντι χρεών.
Η κατάσταση αυτή αναδεικνύει τη σημασία των αιτημάτων του οργανωμένου αγωνιστικού κινήματος της μικρομεσαίας αγροτιάς για την προστασία από τις κατασχέσεις και τον καθορισμό κατώτατων εγγυημένων τιμών για τα αγροτοκτηνοτροφικά προϊόντα, που να καλύπτουν το κόστος παραγωγής και να αφήνουν εισόδημα για επιβίωση και συνέχιση της αγροτικής δραστηριότητας, στην προοπτική, βεβαίως, μιας εντελώς διαφορετικής αγροτικής ανάπτυξης με κρατική παρέμβαση και προστασία.
3. Περικοπές στις επιδοτήσεις / ενισχύσεις
Οι επιδοτήσεις, που δίνονται, μέσω της ΚΑΠ, για κάποια προϊόντα, καθώς και οι ετήσιες ενισχύσεις κόπηκαν κι άλλο φέτος. Στα τρία τελευταία χρόνια εφαρμογής της ΚΑΠ 2014 - 2020 οι περικοπές ξεπέρασαν το 30% και, συνολικά μέχρι το τέλος του 2019, υπολογίζεται ότι θα ξεπεράσουν το 60%. Από τις επιδοτήσεις / ενισχύσεις τσεκουρώνονται πλέον όσοι, με βάση το νόμο που ψήφισε η κυβέρνηση, δεν θεωρούνται «κατ' επάγγελμα» αγρότες, ενώ έχουν, ήδη, αποκλειστεί περίπου 250.000 μικροί αγρότες που καλλιεργούν κάτω από 5 στρέμματα και δικαιούνταν κάτω από 250 ευρώ.
Το αγροτικό κίνημα παλεύει για την άρση όλων των αποκλεισμών, τη στήριξη των μικρομεσαίων αγροτοκτηνοτρόφων και τη σύνδεση των ενισχύσεών τους με την παραγωγή και το ζωικό κεφάλαιο.
4. Αύξηση του κόστους παραγωγής
Το κόστος παραγωγής των αγροτοκτηνοτροφικών προϊόντων στην Ελλάδα είναι πάρα πολύ υψηλό, κυρίως για να τροφοδοτείται η υψηλή κερδοφορία των μονοπωλιακών ομίλων και των πολυεθνικών, που προμηθεύουν τους αγροτοκτηνοτρόφους με εφόδια και μέσα, αλλά και λόγω των μεγάλων ελλείψεων και των προβλημάτων στις αγροτικές υποδομές.
Οι εμπορικές τιμές στα αγροτοκτηνοτροφικά μέσα και εφόδια (σπόροι, λιπάσματα, φυτοφάρμακα, καύσιμα, μηχανήματα, ζωοτροφές κ.ά.) είναι πολύ υψηλές, ενώ στα ύψη βρίσκεται και ο ΦΠΑ.
Ιδιαίτερο πρόβλημα αποτελούν οι αυξήσεις στις τιμές του αγροτικού πετρελαίου, του αγροτικού ρεύματος και του νερού άρδευσης, που πλήττουν άγρια τα μικρομεσαία αγροτοκτηνοτροφικά νοικοκυριά.
Οι αγρότες με την πάλη τους στα μπλόκα και τις άλλες αγωνιστικές κινητοποιήσεις διεκδικούν αφορολόγητο πετρέλαιο, όπως δίνεται στους εφοπλιστές και άμεση μείωση της τιμής του αγροτικού ρεύματος κατά 50%, όπως για τους βιομήχανους, καθώς και κατάργηση του ΦΠΑ στα αγροτικά μέσα και εφόδια και τα είδη λαϊκής κατανάλωσης.
5. Φορολογική - ασφαλιστική αφαίμαξη
Με την εφαρμογή του νόμου για το Φορολογικό - Ασφαλιστικό που ψήφισε η κυβέρνηση, οι αγροτοκτηνοτρόφοι καλούνται να πληρώνουν, μόνο στην Εφορία για τους φόρους και στον ΕΦΚΑ για την Ασφάλισή τους, ποσά που ξεπερνούν κατά πολύ το 50% του συνολικού ετήσιου καθαρού εισοδήματος το οποίο μπορούν να εξασφαλίσουν από την πώληση των προϊόντων που παράγουν και από τις επιδοτήσεις - ενισχύσεις τις οποίες εισπράττουν.
Ο φορολογικός συντελεστής ανέβηκε από το 13% στο 22% και μαζί με το «τσεκούρι» της φορολόγησης με τεκμήρια διαβίωσης, το τέλος επιτηδεύματος κι άλλα φορομπηχτικά μέτρα το χέρι της Εφορίας μπαίνει βαθιά στην τσέπη των αγροτών. Στην πράξη καταργούν την έκπτωση φόρου (αφορολόγητο) που κερδήθηκε με τα μπλόκα πρόπερσι.
Ταυτόχρονα, εκτοξεύονται στα ύψη οι ασφαλιστικές εισφορές για τη σύνταξη και μαζί με τη μεγάλη αύξηση στην εισφορά για την Υγεία και την εισφορά για την Αγροτική Εστία, το συνολικό ποσοστό θα ξεπεράσει, το 2022, το 27% του αγροτικού εισοδήματος.
Το αγροτικό κίνημα συνεχίζει να διεκδικεί:
-- Φορολογία σε κάθε πραγματικό εισόδημα, κατάργηση των τεκμηρίων. Αφορολόγητο εισόδημα 12.000 ευρώ, προσαυξημένο κατά 3.000 ευρώ για κάθε παιδί. Προοδευτική φορολόγηση στο επιπλέον εισόδημα για τους μεγαλοαγρότες και τους επιχειρηματίες με συντελεστή έως 45%.
-- Κατάργηση των αυξήσεων στις ασφαλιστικές εισφορές. Μείωση των ορίων συνταξιοδότησης στα 60 για τους αγρότες και στα 55 για τις αγρότισσες. Συντάξεις αξιοπρέπειας. Αποκλειστικά δημόσια δωρεάν Υγεία - Πρόνοια. Να σφραγιστούν όλα τα βιβλιάρια υγείας του ΟΓΑ χωρίς όρους και προϋποθέσεις.
6. Πολλαπλά "ειδικά" χαράτσια
Εκτός των υψηλών φόρων και των βαριών ασφαλιστικών εισφορών, στους μικρομεσαίους αγροτοκτηνοτρόφους επιβάλλονται και πολλά άλλα, «ειδικά», χαράτσια, όπως: ΕΝΦΙΑ για τα χωράφια, στάβλους και αποθήκες, «περιβαλλοντικό» τέλος για το νερό άρδευσης, για τις δηλώσεις ΟΣΔΕ, για τις αδειοδοτήσεις αρδευτικών γεωτρήσεων και σταβλικών εγκαταστάσεων, για την ηλεκτρονική σήμανση των ζώων, για τις πιστοποιήσεις των ψεκαστικών, χαράτσια για τα προβλήματα που αναδεικνύονται με την ανάρτηση των δασικών χαρτών κ.ά.
Το κίνημα των μικρομεσαίων αγροτοκτηνοτρόφων παλεύει για την κατάργηση των χαρατσιών αυτών και τη δωρεάν εξυπηρέτησή τους από τις κρατικές υπηρεσίες.
Υπάρχει διέξοδος και προοπτική, με την πρόταση του ΚΚΕ
Ολα αυτά τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι μικρομεσαίοι αγροτοκτηνοτρόφοι δεν είναι ούτε τυχαία ούτε συγκυριακά. Η αιτία τους βρίσκεται στην καπιταλιστική οργάνωση της αγροτικής παραγωγής, ενώ η Κοινή Αγροτική Πολιτική της ΕΕ που εφαρμόζουν, με συνέπεια, όλες οι ελληνικές κυβερνήσεις, λειτουργεί ως εργαλείο για τη μεγαλύτερη συγκέντρωση της γης και της παραγωγής, μεταποίησης και εμπορίας στα χέρια μιας χούφτας μεγαλοαγροτών και μονοπωλιακών ομίλων, που έχει ως αποτέλεσμα το μαζικό ξεκλήρισμα των μικρομεσαίων αγροτοκτηνοτρόφων.
Το οργανωμένο αγωνιστικό κίνημα της μικρομεσαίας αγροτιάς, εδώ και χρόνια, παλεύει σκληρά στους δρόμους του αγώνα ενάντια σ' αυτή την πολιτική ξεκληρίσματος που εφαρμόζουν η ΕΕ και οι ελληνικές κυβερνήσεις. Οι αγώνες αυτοί έχουν μεγαλύτερη μαζικότητα, αλλά και καλύτερη προοπτική, τα τελευταία χρόνια, μέσα από τη συμμαχία του αγροτικού κινήματος με το ταξικό εργατικό κίνημα και το αγωνιστικό κίνημα των άλλων λαϊκών στρωμάτων.
Ομως, μετά από πολλά χρόνια σκληρών αγώνων, γίνεται πλέον κατανοητό από περισσότερους μικρομεσαίους αγρότες ότι αν δε λυθεί το κύριο πρόβλημα, που είναι ο καπιταλιστικός τρόπος οργάνωσης της αγροτικής παραγωγής, δεν υπάρχει σωτηρία γι' αυτούς.
Το ΚΚΕ στέκεται πάντα στο πλευρό των μικρομεσαίων αγροτών, υποστηρίζει τα δίκαια αιτήματά τους, που αφορούν στην ίδια την επιβίωσή τους και δίνει προοπτική για το μέλλον τους με την πρότασή του για μια συνολικά και ριζικά διαφορετική οργάνωση της παραγωγής.
Απέναντι στον αφανισμό τους από τις καπιταλιστικές αγροτικές επιχειρήσεις, τους βιομήχανους, τις τράπεζες, το κράτος τους, υπάρχει μία διέξοδος: Η συμπόρευση με το ΚΚΕ, για ν' ανοίξει ο δρόμος ώστε να φύγουν οι καπιταλιστές από τη μέση στην οικονομία. Ο δρόμος για την εργατική εξουσία. Μόνο τότε δεν θα είναι αποκλειστικά ατομική υπόθεση η δουλειά του σημερινού αγροτοπαραγωγού, ο οποίος, συνεταιρισμένος, μπορεί να επωφελείται από την κεντρικά σχεδιασμένη βιομηχανική παραγωγή, το κρατικό εμπόριο, τις κρατικές υποδομές προστασίας από φυσικές καταστροφές.
Τότε μόνο μπορεί να γίνουν κατορθωτά η ρήξη με την ΚΑΠ και η αποδέσμευση από την ΕΕ προς όφελος των εργαζομένων και των μικρομεσαίων αγροτοκτηνοτρόφων, η οργάνωση της παραγωγής με επιστημονικό κεντρικό σχεδιασμό, ώστε να ικανοποιούνται οι λαϊκές ανάγκες. Αλλωστε, η Ελλάδα έχει τεράστιες παραγωγικές δυνατότητες που μπορούν να αξιοποιηθούν, ώστε να καλύπτουν όλες τις διατροφικές ανάγκες του λαού μας με την παραγωγή φθηνών και ποιοτικών προϊόντων καθώς και πρώτων υλών για την ανάπτυξη στη βιομηχανία.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου